Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ποίμνιον
ποίμνιος
ποιμνίτης
ποιναῖος
ποινάομαι
ποινάτωρ
ποινή
ποινηλασία
ποινηλατέω
ποινήλατος
ποίνημα
ποινητήρ
ποινῆτις
ποινήτωρ
ποινίζομαι
ποίνιμος
ποινίον
ποινοποιός
ποινοστροβέομαι
ποινουργός
ποιολογέω
View word page
ποίνημα
penalty
ShortDef
penalty
Debugging
Headword:
ποίνημα
Headword (normalized):
ποίνημα
Headword (normalized/stripped):
ποινημα
IDX:
71027
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71028
Key:
Data
{'content': 'penalty'}