Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ποικιλόχειρος
ποικιλόχρως
ποικιλόω
ποικιλτέον
ποικιλτέος
ποικιλτής
ποικιλτικός
ποικιλτός
ποικιλῳδός
ποιμαίνω
ποιμανδρία
ποιμανόριον
ποιμαντικός
ποιμασία
ποιμενικός
ποιμένισσα
ποιμήν
ποίμνα
ποίμνη
ποίμνηθεν
ποιμνήϊος
View word page
ποιμανδρία
milk-pail

ShortDef

milk-pail

Debugging

Headword:
ποιμανδρία
Headword (normalized):
ποιμανδρία
Headword (normalized/stripped):
ποιμανδρια
IDX:
71006
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71007
Key:

Data

{'content': 'milk-pail'}