Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ἀβδηριτικός
ἄβδης
ἀβέβαιος
ἀβεβαιότης
ἀβέβηλος
Ἄβελος
ἀβελτερεύομαι
ἀβελτερία
ἀβελτεροκόκκυξ
ἀβέλτερος
Ἀβεσσαῖος
ἀβίαστος
ἀβίβλης
ἄβιος
ἄβιος2
ἀβίοτος
ἀβιωτοποιός
ἀβίωτος
ἀβλάβεια
ἀβλαβής
ἀβλαστέω
View word page
Ἀβεσσαῖος
Abessaeus
ShortDef
Abessaeus
Debugging
Headword:
Ἀβεσσαῖος
Headword (normalized):
ἀβεσσαῖος
Headword (normalized/stripped):
αβεσσαιος
IDX:
70
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71
Key:
Data
{'content': 'Abessaeus'}