Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ποικίλος
ποικιλοσάμβαλος
ποικιλόστικτος
ποικιλόστολος
ποικιλοτερπής
ποικιλότευκτος
ποικιλοτέχνης
ποικιλότραυλος
ποικιλοφόρμιγξ
ποικιλόφρων
ποικιλόφωνος
ποικιλόχειρος
ποικιλόχρως
ποικιλόω
ποικιλτέον
ποικιλτέος
ποικιλτής
ποικιλτικός
ποικιλτός
ποικιλῳδός
ποιμαίνω
View word page
ποικιλόφωνος
with varied tones

ShortDef

with varied tones

Debugging

Headword:
ποικιλόφωνος
Headword (normalized):
ποικιλόφωνος
Headword (normalized/stripped):
ποικιλοφωνος
IDX:
70995
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70996
Key:

Data

{'content': 'with varied tones'}