Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ποικιλομήχανος
ποικιλόμορφος
ποικιλόμουσος
ποικιλόμυθος
ποικιλόνους
ποικιλόνωτος
ποικιλόπτερος
ποικίλος
ποικιλοσάμβαλος
ποικιλόστικτος
ποικιλόστολος
ποικιλοτερπής
ποικιλότευκτος
ποικιλοτέχνης
ποικιλότραυλος
ποικιλοφόρμιγξ
ποικιλόφρων
ποικιλόφωνος
ποικιλόχειρος
ποικιλόχρως
ποικιλόω
View word page
ποικιλόστολος
with variegated prow

ShortDef

with variegated prow

Debugging

Headword:
ποικιλόστολος
Headword (normalized):
ποικιλόστολος
Headword (normalized/stripped):
ποικιλοστολος
IDX:
70988
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70989
Key:

Data

{'content': 'with variegated prow'}