Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ποικιλόκαυλος
ποικιλομήτης
ποικιλομήχανος
ποικιλόμορφος
ποικιλόμουσος
ποικιλόμυθος
ποικιλόνους
ποικιλόνωτος
ποικιλόπτερος
ποικίλος
ποικιλοσάμβαλος
ποικιλόστικτος
ποικιλόστολος
ποικιλοτερπής
ποικιλότευκτος
ποικιλοτέχνης
ποικιλότραυλος
ποικιλοφόρμιγξ
ποικιλόφρων
ποικιλόφωνος
ποικιλόχειρος
View word page
ποικιλοσάμβαλος
with broidered sandals

ShortDef

with broidered sandals

Debugging

Headword:
ποικιλοσάμβαλος
Headword (normalized):
ποικιλοσάμβαλος
Headword (normalized/stripped):
ποικιλοσαμβαλος
IDX:
70986
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70987
Key:

Data

{'content': 'with broidered sandals'}