Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ποηφαγέω
ποηφαγία
ποηφάγος
ποθεινοποιός
ποθεινός
ποθεν
πόθεν
ποθέω
ποθή
ποθήσιμος
ποθητικός
ποθητός
ποθήτωρ
ποθι
πόθι
ποθίερος
ποθίζω
πόθικες
ποθίκω
ποθόβλητος
ποθόδωμα
View word page
ποθητικός
disposed to long for

ShortDef

disposed to long for

Debugging

Headword:
ποθητικός
Headword (normalized):
ποθητικός
Headword (normalized/stripped):
ποθητικος
IDX:
70917
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70918
Key:

Data

{'content': 'disposed to long for'}