Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πόδωμα
ποδώνυχος
ποδωτός
ποεσιτρόφος
ποεσίχροος
ποηλογέω
ποηφαγέω
ποηφαγία
ποηφάγος
ποθεινοποιός
ποθεινός
ποθεν
πόθεν
ποθέω
ποθή
ποθήσιμος
ποθητικός
ποθητός
ποθήτωρ
ποθι
πόθι
View word page
ποθεινός
longed for, desired, much desired
ShortDef
longed for, desired, much desired
Debugging
Headword:
ποθεινός
Headword (normalized):
ποθεινός
Headword (normalized/stripped):
ποθεινος
IDX:
70911
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70912
Key:
Data
{'content': 'longed for, desired, much desired'}