Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ποδομερής
ποδοπέδη
ποδορραγής
ποδόρρωρος
ποδοστράβη
ποδοστρόφια
ποδότης
ποδοτρόχαλος
ποδοχέω
ποδοψέλιον
ποδόψηστρον
ποδοψοφία
ποδοψόφιον
ποδοψόφος
ποδόω
ποδώκεια
ποδώκης
πόδωμα
ποδώνυχος
ποδωτός
ποεσιτρόφος
View word page
ποδόψηστρον
a footwiper, footcloth

ShortDef

a footwiper, footcloth

Debugging

Headword:
ποδόψηστρον
Headword (normalized):
ποδόψηστρον
Headword (normalized/stripped):
ποδοψηστρον
IDX:
70894
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70895
Key:

Data

{'content': 'a footwiper, footcloth'}