Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ποδογλυφεῖον
ποδοκάκκη
ποδόκοιλον
ποδοκρουστία
ποδοκτυπέω
ποδοκτύπη
ποδόμακτρον
ποδομερής
ποδοπέδη
ποδορραγής
ποδόρρωρος
ποδοστράβη
ποδοστρόφια
ποδότης
ποδοτρόχαλος
ποδοχέω
ποδοψέλιον
ποδόψηστρον
ποδοψοφία
ποδοψόφιον
ποδοψόφος
View word page
ποδόρρωρος
swift-footed
ShortDef
swift-footed
Debugging
Headword:
ποδόρρωρος
Headword (normalized):
ποδόρρωρος
Headword (normalized/stripped):
ποδορρωρος
IDX:
70887
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70888
Key:
Data
{'content': 'swift-footed'}