Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πνύξ
πόα
ποάζω
ποασμός
ποάστρια
ποάστριον
ποδαβρός
ποδάγρα
ποδαγράω
ποδαγρικός
ποδαλγέω
ποδαλγής
ποδαλγία
Ποδαλείριος
ποδανιπτήρ
ποδάνιπτρον
ποδαπός
Ποδάργη
Πόδαργος
πόδαργος
Ποδάρκης
View word page
ποδαλγέω
produce gout
ShortDef
produce gout
Debugging
Headword:
ποδαλγέω
Headword (normalized):
ποδαλγέω
Headword (normalized/stripped):
ποδαλγεω
IDX:
70840
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70841
Key:
Data
{'content': 'produce gout'}