Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πνιγμώδης
πνῖγος
πνίγω
πνιγώδης
πνικτήρ
πνικτός
πνίξ
πνῖξις
πνοά
πνοή
πνοήπους
πνοιή
πνύξ
πόα
ποάζω
ποασμός
ποάστρια
ποάστριον
ποδαβρός
ποδάγρα
ποδαγράω
View word page
πνοήπους
wind-footed
ShortDef
wind-footed
Debugging
Headword:
πνοήπους
Headword (normalized):
πνοήπους
Headword (normalized/stripped):
πνοηπους
IDX:
70828
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70829
Key:
Data
{'content': 'wind-footed'}