Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πνευματόρροος
πνευματοφορέομαι
πνευματοφόρος
πνευματόφως
πνευματόω
πνευματώδης
πνευμάτωσις
πνευματωτικός
πνευμονίας
πνευμονικός
πνευμόρρωξ
πνεῦσις
πνευστιάω
πνευστικός
πνέω
πνιγαλίων
πνιγεύς
πνιγηρός
πνιγῖτις
πνῖγμα
πνιγμός
View word page
πνευμόρρωξ
rupture of the lungs

ShortDef

rupture of the lungs

Debugging

Headword:
πνευμόρρωξ
Headword (normalized):
πνευμόρρωξ
Headword (normalized/stripped):
πνευμορρωξ
IDX:
70807
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70808
Key:

Data

{'content': 'rupture of the lungs'}