Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πνεῦμα
πνευματίας
πνευματίζω
πνευματικός
πνευμάτιον
πνευμάτιος
πνευματισμός
πνευματοδώτης
πνευματοκήλη
πνευματόμφαλος
πνευματοποιέω
πνευματοποιός
πνευματόρροος
πνευματοφορέομαι
πνευματοφόρος
πνευματόφως
πνευματόω
πνευματώδης
πνευμάτωσις
πνευματωτικός
πνευμονίας
View word page
πνευματοποιέω
turn into air, vaporize

ShortDef

turn into air, vaporize

Debugging

Headword:
πνευματοποιέω
Headword (normalized):
πνευματοποιέω
Headword (normalized/stripped):
πνευματοποιεω
IDX:
70795
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70796
Key:

Data

{'content': 'turn into air, vaporize'}