Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πλώς
πλώσιμος
πλωτάρχης
πλωτεύομαι
πλωτήρ
πλωτικός
πλωτίς
πλωτός
πνεῦμα
πνευματίας
πνευματίζω
πνευματικός
πνευμάτιον
πνευμάτιος
πνευματισμός
πνευματοδώτης
πνευματοκήλη
πνευματόμφαλος
πνευματοποιέω
πνευματοποιός
πνευματόρροος
View word page
πνευματίζω
fan by blowing
ShortDef
fan by blowing
Debugging
Headword:
πνευματίζω
Headword (normalized):
πνευματίζω
Headword (normalized/stripped):
πνευματιζω
IDX:
70787
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70788
Key:
Data
{'content': 'fan by blowing'}