Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πλυνός
Πλυντήρια
πλυντήριος
πλύντης
πλυντικός
πλύντρια
πλυντρίς
πλύντρον
πλύνω
πλύσιμον
πλύσις
πλυτέον
πλυτός
πλωάς
πλωΐζω
πλώϊμος
πλώϊσις
πλώς
πλώσιμος
πλωτάρχης
πλωτεύομαι
View word page
πλύσις
a washing
ShortDef
a washing
Debugging
Headword:
πλύσις
Headword (normalized):
πλύσις
Headword (normalized/stripped):
πλυσις
IDX:
70770
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70771
Key:
Data
{'content': 'a washing'}