Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλουτοδότης
πλουτοκρατέομαι
πλουτοκρατία
πλουτοποιός
Πλοῦτος
πλοῦτος
πλοῦτος2
πλουτοτραφής
πλουτοφόρος
πλουτόχθων
Πλουτώ
Πλούτων
Πλουτώνιον
πλοχμός
πλοώδης
πλύμα
πλυνός
Πλυντήρια
πλυντήριος
πλύντης
πλυντικός
View word page
Πλουτώ
Pluto

ShortDef

Pluto

Debugging

Headword:
Πλουτώ
Headword (normalized):
πλουτώ
Headword (normalized/stripped):
πλουτω
IDX:
70754
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70755
Key:

Data

{'content': 'Pluto'}