Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλόκιον
πλόκιος
πλόκος
πλόμος
πλόος
πλουδοκέω
πλουθυγίεια
πλουμάκιον
πλουμαρικός
πλουμάριος
πλουμάρισις
πλουμᾶτος
πλουμίον
πλουσιακός
πλουσιόδωρος
πλουσιομαχέω
πλουσιόρους
πλούσιος
πλουσιοϋφής
πλουσιόχειρ
πλουσιόψυχος
View word page
πλουμάρισις
embroidery

ShortDef

embroidery

Debugging

Headword:
πλουμάρισις
Headword (normalized):
πλουμάρισις
Headword (normalized/stripped):
πλουμαρισις
IDX:
70718
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70719
Key:

Data

{'content': 'embroidery'}