Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πλιχάς
πλοητόκος
πλοιάριον
πλοιαφέσια
πλοῖον
πλοκαμίς
πλόκαμος
πλόκανον
πλοκαρικός
πλοκάριος
πλοκάρισις
πλοκᾶτος
πλοκερός
πλοκεύς
πλοκή
πλοκίζομαι
πλόκιμος
πλόκιον
πλόκιος
πλόκος
πλόμος
View word page
πλοκάρισις
embroidery
ShortDef
embroidery
Debugging
Headword:
πλοκάρισις
Headword (normalized):
πλοκάρισις
Headword (normalized/stripped):
πλοκαρισις
IDX:
70701
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70702
Key:
Data
{'content': 'embroidery'}