Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλινθοποιός
πλινθοπωλική
πλίνθος
πλινθουλκέω
πλινθουλκία
πλινθούλκιον
πλινθουλκός
πλινθουργεῖον
πλινθουργέω
πλινθούργιον
πλινθουργός
πλινθοφορέω
πλινθοφόρος
πλινθυφής
πλινθωτός
πλίξ
πλίσσομαι
πλιχάς
πλοητόκος
πλοιάριον
πλοιαφέσια
View word page
πλινθουργός
a brickmaker

ShortDef

a brickmaker

Debugging

Headword:
πλινθουργός
Headword (normalized):
πλινθουργός
Headword (normalized/stripped):
πλινθουργος
IDX:
70684
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70685
Key:

Data

{'content': 'a brickmaker'}