Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πλινθίον
πλινθίς
πλινθοβάψ
πλινθοβολέω
πλινθοβολία
πλινθοβόλος
πλινθοειδής
πλινθόομαι
πλινθοποιέω
πλινθοποιία
πλινθοποιός
πλινθοπωλική
πλίνθος
πλινθουλκέω
πλινθουλκία
πλινθούλκιον
πλινθουλκός
πλινθουργεῖον
πλινθουργέω
πλινθούργιον
πλινθουργός
View word page
πλινθοποιός
brickmaker
ShortDef
brickmaker
Debugging
Headword:
πλινθοποιός
Headword (normalized):
πλινθοποιός
Headword (normalized/stripped):
πλινθοποιος
IDX:
70674
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70675
Key:
Data
{'content': 'brickmaker'}