Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλίκιον
πλινθεία
πλινθεῖον
πλίνθευμα
πλίνθευσις
πλινθευτής
πλινθεύω
πλινθηγέω
πλινθηδόν
πλινθιακός
πλινθικός
πλίνθινος
πλινθίον
πλινθίς
πλινθοβάψ
πλινθοβολέω
πλινθοβολία
πλινθοβόλος
πλινθοειδής
πλινθόομαι
πλινθοποιέω
View word page
πλινθικός
of bricks

ShortDef

of bricks

Debugging

Headword:
πλινθικός
Headword (normalized):
πλινθικός
Headword (normalized/stripped):
πλινθικος
IDX:
70662
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70663
Key:

Data

{'content': 'of bricks'}