Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πλησιασμός
πλησιαστής
πλησιαστός
πλησίγναθος
πλησίμοχθος
πλησιοθάλαττος
πλησίοικος
πλησίος
πλησιότης
πλησιόχωρος
πλῆσις
πλησισέληνος
πλησίστιος
πλησιφαής
πλησιφωτέω
πλῆσμα
πλήσμη
πλήσμιος
πλησμονή
πλησμονικός
πλησμονώδης
View word page
πλῆσις
filling
ShortDef
filling
Debugging
Headword:
πλῆσις
Headword (normalized):
πλῆσις
Headword (normalized/stripped):
πλησις
IDX:
70638
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70639
Key:
Data
{'content': 'filling'}