Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πληρωτέον
πληρωτής
πληρωτικός
πλησιάζω
πλησίαλος
πλησίασμα
πλησιασμός
πλησιαστής
πλησιαστός
πλησίγναθος
πλησίμοχθος
πλησιοθάλαττος
πλησίοικος
πλησίος
πλησιότης
πλησιόχωρος
πλῆσις
πλησισέληνος
πλησίστιος
πλησιφαής
πλησιφωτέω
View word page
πλησίμοχθος
full of distress

ShortDef

full of distress

Debugging

Headword:
πλησίμοχθος
Headword (normalized):
πλησίμοχθος
Headword (normalized/stripped):
πλησιμοχθος
IDX:
70632
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70633
Key:

Data

{'content': 'full of distress'}