Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πληρόω
πλήρωμα
πλήρωσις
πληρωτέον
πληρωτής
πληρωτικός
πλησιάζω
πλησίαλος
πλησίασμα
πλησιασμός
πλησιαστής
πλησιαστός
πλησίγναθος
πλησίμοχθος
πλησιοθάλαττος
πλησίοικος
πλησίος
πλησιότης
πλησιόχωρος
πλῆσις
πλησισέληνος
View word page
πλησιαστής
neighbour

ShortDef

neighbour

Debugging

Headword:
πλησιαστής
Headword (normalized):
πλησιαστής
Headword (normalized/stripped):
πλησιαστης
IDX:
70629
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70630
Key:

Data

{'content': 'neighbour'}