Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλευστικός
πλέω
πλέως
Πληγάδες
πλήγανον
πληγενής
πληγή
πλῆγμα
πληγμός
πληγοειδής
πλήθα
πληθικῶς
πληθοειδής
πληθοποιέω
πληθοποιός
πλῆθος
πληθόχορος
πληθόχωρος
πληθυντικός
πληθύνω
πληθύς
View word page
πλήθα
assembly

ShortDef

assembly

Debugging

Headword:
πλήθα
Headword (normalized):
πλήθα
Headword (normalized/stripped):
πληθα
IDX:
70563
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70564
Key:

Data

{'content': 'assembly'}