Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλεύρωμα
Πλευρών
Πλευρώνιος
πλεῦσις
πλευστέον
πλευστέος
πλευστικός
πλέω
πλέως
Πληγάδες
πλήγανον
πληγενής
πληγή
πλῆγμα
πληγμός
πληγοειδής
πλήθα
πληθικῶς
πληθοειδής
πληθοποιέω
πληθοποιός
View word page
πλήγανον
stick, rod

ShortDef

stick, rod

Debugging

Headword:
πλήγανον
Headword (normalized):
πλήγανον
Headword (normalized/stripped):
πληγανον
IDX:
70557
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70558
Key:

Data

{'content': 'stick, rod'}