Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πλέος
πλεοτιμία
πλεσώνης
πλευμάω
πλευμονία
πλευμονώδης
πλευμορρωγής
πλευμώδης
πλεύμων
πλεύνως
πλευρά
πλευραί
πλευρή
πλευριαῖος
πλευρικός
πλευρίτης
πλευριτικός
πλευρῖτις
πλευροειδῶς
πλευρόθεν
πλεύροθεν
View word page
πλευρά
a rib
ShortDef
a rib
Debugging
Headword:
πλευρά
Headword (normalized):
πλευρά
Headword (normalized/stripped):
πλευρα
IDX:
70532
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70533
Key:
Data
{'content': 'a rib'}