Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλεονοδάκτυλος
πλεονοσυλλαβέω
πλεονοσύλλαβος
πλέος
πλεοτιμία
πλεσώνης
πλευμάω
πλευμονία
πλευμονώδης
πλευμορρωγής
πλευμώδης
πλεύμων
πλεύνως
πλευρά
πλευραί
πλευρή
πλευριαῖος
πλευρικός
πλευρίτης
πλευριτικός
πλευρῖτις
View word page
πλευμώδης
of, like a disease of the lungs

ShortDef

of, like a disease of the lungs

Debugging

Headword:
πλευμώδης
Headword (normalized):
πλευμώδης
Headword (normalized/stripped):
πλευμωδης
IDX:
70529
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70530
Key:

Data

{'content': 'of, like a disease of the lungs'}