Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεισφορία
ἀνείσφορος
ἀνέκαθε
ἀνέκαθεν
ἀνέκαιρεν
ἀνεκάς
ἀνεκβάλλω
ἀνέκβατος
ἀνεκβίαστος
ἀνεκδήμητος
ἀνεκδιήγητος
ἀνεκδίκητος
ἀνέκδοτος
ἀνέκδρομος
ἀνέκδυτος
ἀνεκθέρμαντος
ἀνέκθυτος
ἀνεκκαρτέρητος
ἀνεκκλησίαστος
ἀνέκκλητος
ἀνέκκλιτος
View word page
ἀνεκδιήγητος
ineffable

ShortDef

ineffable

Debugging

Headword:
ἀνεκδιήγητος
Headword (normalized):
ἀνεκδιήγητος
Headword (normalized/stripped):
ανεκδιηγητος
IDX:
7052
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7053
Key:

Data

{'content': 'ineffable'}