Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλεοναχός
πλεονεκτέω
πλεονέκτημα
πλεονέκτης
πλεονεκτητέον
πλεονεκτητέος
πλεονεκτικός
πλεονεξία
πλεονοδάκτυλος
πλεονοσυλλαβέω
πλεονοσύλλαβος
πλέος
πλεοτιμία
πλεσώνης
πλευμάω
πλευμονία
πλευμονώδης
πλευμορρωγής
πλευμώδης
πλεύμων
πλεύνως
View word page
πλεονοσύλλαβος
having more syllables

ShortDef

having more syllables

Debugging

Headword:
πλεονοσύλλαβος
Headword (normalized):
πλεονοσύλλαβος
Headword (normalized/stripped):
πλεονοσυλλαβος
IDX:
70521
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70522
Key:

Data

{'content': 'having more syllables'}