Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλεθρίζω
πλέθριον
πλέθρισμα
πλέθρον
Πλειάδες
πλειονάζω
πλειονομοιρέω
πλειονότης
πλειονοψηφία
πλειοποιός
πλειότης
Πλεισθένης
Πλεισθενίδης
πλειστάκις
πλείσταρχος
πλεισταχόθεν
πλειστήρης
πλειστηριάζω
πλειστηρίζομαι
πλειστοβολέω
πλειστοβολίνδα
View word page
πλειότης
plurality

ShortDef

plurality

Debugging

Headword:
πλειότης
Headword (normalized):
πλειότης
Headword (normalized/stripped):
πλειοτης
IDX:
70460
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70461
Key:

Data

{'content': 'plurality'}