Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλατύπεδος
πλατυπήγιον
πλατύπιλος
πλατύπλευρον
πλατυπόρφυρος
πλατύπους
πλατυπρόσωπος
πλατύπυγος
πλατυρημοσύνη
πλατύρρις
πλατύρροος
πλατύρρυγχος
πλατύρρυμος
πλατύς
πλατύσαρκος
πλατύσημος
πλάτυσμα
πλατυσμός
πλατύστερνος
πλατυστομέω
πλατύστομος
View word page
πλατύρροος
broad-flowing

ShortDef

broad-flowing

Debugging

Headword:
πλατύρροος
Headword (normalized):
πλατύρροος
Headword (normalized/stripped):
πλατυρροος
IDX:
70423
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70424
Key:

Data

{'content': 'broad-flowing'}