Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλατυόφθαλμος
πλατύπεδος
πλατυπήγιον
πλατύπιλος
πλατύπλευρον
πλατυπόρφυρος
πλατύπους
πλατυπρόσωπος
πλατύπυγος
πλατυρημοσύνη
πλατύρρις
πλατύρροος
πλατύρρυγχος
πλατύρρυμος
πλατύς
πλατύσαρκος
πλατύσημος
πλάτυσμα
πλατυσμός
πλατύστερνος
πλατυστομέω
View word page
πλατύρρις
broad-nosed

ShortDef

broad-nosed

Debugging

Headword:
πλατύρρις
Headword (normalized):
πλατύρρις
Headword (normalized/stripped):
πλατυρρις
IDX:
70422
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70423
Key:

Data

{'content': 'broad-nosed'}