Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πλατύκερκος
πλατύκερως
πλατυκέφαλος
πλατυκορία
πλατυκύμινον
πλατυλέσχης
πλατυλόγος
πλατύλογχος
πλατυμέτωπος
πλατυμήλη
πλάτυμμα
πλατυντέον
πλατυντέος
πλατύνω
πλατύνωτος
πλατύουρος
πλατυόφθαλμος
πλατύπεδος
πλατυπήγιον
πλατύπιλος
πλατύπλευρον
View word page
πλάτυμμα
plate
ShortDef
plate
Debugging
Headword:
πλάτυμμα
Headword (normalized):
πλάτυμμα
Headword (normalized/stripped):
πλατυμμα
IDX:
70406
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70407
Key:
Data
{'content': 'plate'}