Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλατύγλωσσος
πλατύγναθος
πλατυίσχιος
πλατύκαρπος
πλατύκαυλος
πλατύκερκος
πλατύκερως
πλατυκέφαλος
πλατυκορία
πλατυκύμινον
πλατυλέσχης
πλατυλόγος
πλατύλογχος
πλατυμέτωπος
πλατυμήλη
πλάτυμμα
πλατυντέον
πλατυντέος
πλατύνω
πλατύνωτος
πλατύουρος
View word page
πλατυλέσχης
a wide-mouthed babbler

ShortDef

a wide-mouthed babbler

Debugging

Headword:
πλατυλέσχης
Headword (normalized):
πλατυλέσχης
Headword (normalized/stripped):
πλατυλεσχης
IDX:
70401
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70402
Key:

Data

{'content': 'a wide-mouthed babbler'}