Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πλατικός
πλᾶτις
πλατίστακος
πλατόομαι
πλατοποιία
πλατός
πλάτος
πλάτος2
πλατυαλουργής
πλατυάμφοδος
πλατυαύχην
πλατυγάστωρ
πλατυγίζω
πλατύγλωσσος
πλατύγναθος
πλατυίσχιος
πλατύκαρπος
πλατύκαυλος
πλατύκερκος
πλατύκερως
πλατυκέφαλος
View word page
πλατυαύχην
broad-necked
ShortDef
broad-necked
Debugging
Headword:
πλατυαύχην
Headword (normalized):
πλατυαύχην
Headword (normalized/stripped):
πλατυαυχην
IDX:
70388
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70389
Key:
Data
{'content': 'broad-necked'}