Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλαστοποιός
πλαστός
πλαστουργέω
πλαστουργία
πλάστρον
πλαταγέω
πλαταγή
πλατάγημα
πλαταγώνιον
Πλάταια
Πλαταιαί
Πλαταιᾶσι
Πλαταιεύς
Πλαταιικός
πλαταμώδης
πλαταμών
πλατάνιον
πλατανιστής
πλατανιστοῦς
πλάτανος
πλάταξ
View word page
Πλαταιαί
Plataeae (LSJ Πλάταια)

ShortDef

Plataeae (LSJ Πλάταια)

Debugging

Headword:
Πλαταιαί
Headword (normalized):
πλαταιαί
Headword (normalized/stripped):
πλαταιαι
IDX:
70359
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70360
Key:

Data

{'content': 'Plataeae (LSJ Πλάταια)'}