Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλάσις
πλάσμα
πλασματίας
πλασματικός
πλασματογράφος
πλασματώδης
πλάσσω
πλαστέον
πλαστευτής
πλαστεύω
πλαστή
πλάστης
πλαστίγγιον
πλάστιγξ
πλαστικάριος
πλαστικός
πλαστογραφέω
πλαστογραφία
πλαστογράφος
πλαστοκόμης
πλαστολάλος
View word page
πλαστή
mud-wall

ShortDef

mud-wall

Debugging

Headword:
πλαστή
Headword (normalized):
πλαστή
Headword (normalized/stripped):
πλαστη
IDX:
70336
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70337
Key:

Data

{'content': 'mud-wall'}