Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πλανητικός
πλανητός
πλανοδαίμων
πλανόδιος
πλάνος
πλανοστιβής
πλανύττω
πλανώδης
πλάξ
πλάσις
πλάσμα
πλασματίας
πλασματικός
πλασματογράφος
πλασματώδης
πλάσσω
πλαστέον
πλαστευτής
πλαστεύω
πλαστή
πλάστης
View word page
πλάσμα
anything moulded, an image, figure
ShortDef
anything moulded, an image, figure
Debugging
Headword:
πλάσμα
Headword (normalized):
πλάσμα
Headword (normalized/stripped):
πλασμα
IDX:
70327
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70328
Key:
Data
{'content': 'anything moulded, an image, figure'}