Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλανήτης
πλανητικός
πλανητός
πλανοδαίμων
πλανόδιος
πλάνος
πλανοστιβής
πλανύττω
πλανώδης
πλάξ
πλάσις
πλάσμα
πλασματίας
πλασματικός
πλασματογράφος
πλασματώδης
πλάσσω
πλαστέον
πλαστευτής
πλαστεύω
πλαστή
View word page
πλάσις
moulding, conformation

ShortDef

moulding, conformation

Debugging

Headword:
πλάσις
Headword (normalized):
πλάσις
Headword (normalized/stripped):
πλασις
IDX:
70326
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70327
Key:

Data

{'content': 'moulding, conformation'}