Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλάνη
πλάνημα
πλάνης
πλανησίεδρος
πλάνησις
πλανητέον
πλανητέος
πλανητεύω
πλανήτης
πλανητικός
πλανητός
πλανοδαίμων
πλανόδιος
πλάνος
πλανοστιβής
πλανύττω
πλανώδης
πλάξ
πλάσις
πλάσμα
πλασματίας
View word page
πλανητός
wandering

ShortDef

wandering

Debugging

Headword:
πλανητός
Headword (normalized):
πλανητός
Headword (normalized/stripped):
πλανητος
IDX:
70318
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70319
Key:

Data

{'content': 'wandering'}