Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλακώδης
πλάκωσις
πλανάομαι
πλανάω
πλάνη
πλάνημα
πλάνης
πλανησίεδρος
πλάνησις
πλανητέον
πλανητέος
πλανητεύω
πλανήτης
πλανητικός
πλανητός
πλανοδαίμων
πλανόδιος
πλάνος
πλανοστιβής
πλανύττω
πλανώδης
View word page
πλανητέος
one must wander

ShortDef

one must wander

Debugging

Headword:
πλανητέος
Headword (normalized):
πλανητέος
Headword (normalized/stripped):
πλανητεος
IDX:
70314
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70315
Key:

Data

{'content': 'one must wander'}