Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Πλάκιδος
πλάκινος
πλακίον
πλακίς
πλακίτης
πλακόεις
Πλάκος
πλακουντάριος
πλακουντήριος
πλακουντικός
πλακουντοποιικός
πλακουντοποιός
πλακουντώδης
πλακοῦς
πλακόω
πλακτήρ
πλᾶκτρον
πλακώδης
πλάκωσις
πλανάομαι
πλανάω
View word page
πλακουντοποιικός
relating to cake-baking

ShortDef

relating to cake-baking

Debugging

Headword:
πλακουντοποιικός
Headword (normalized):
πλακουντοποιικός
Headword (normalized/stripped):
πλακουντοποιικος
IDX:
70297
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70298
Key:

Data

{'content': 'relating to cake-baking'}