Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλακερός
Πλάκιδος
πλάκινος
πλακίον
πλακίς
πλακίτης
πλακόεις
Πλάκος
πλακουντάριος
πλακουντήριος
πλακουντικός
πλακουντοποιικός
πλακουντοποιός
πλακουντώδης
πλακοῦς
πλακόω
πλακτήρ
πλᾶκτρον
πλακώδης
πλάκωσις
πλανάομαι
View word page
πλακουντικός
like a cake

ShortDef

like a cake

Debugging

Headword:
πλακουντικός
Headword (normalized):
πλακουντικός
Headword (normalized/stripped):
πλακουντικος
IDX:
70296
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70297
Key:

Data

{'content': 'like a cake'}