Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλαθανίτης
πλάθανον
πλάθω
πλαίσιον
πλαισιόω
πλακάς
πλακερός
Πλάκιδος
πλάκινος
πλακίον
πλακίς
πλακίτης
πλακόεις
Πλάκος
πλακουντάριος
πλακουντήριος
πλακουντικός
πλακουντοποιικός
πλακουντοποιός
πλακουντώδης
πλακοῦς
View word page
πλακίς
bench, seat, couch

ShortDef

bench, seat, couch

Debugging

Headword:
πλακίς
Headword (normalized):
πλακίς
Headword (normalized/stripped):
πλακις
IDX:
70290
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70291
Key:

Data

{'content': 'bench, seat, couch'}