Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πλαγκτήρ
πλαγκτός
πλαγκτοσύνη
πλαγκτύς
πλάγος
πλαγυφύλαξ
πλαδαρόομαι
πλαδαρός
πλαδαρότης
πλαδάρωσις
πλαδάω
πλαδδιάω
πλάδος
πλάζω
πλάζω2
πλαθά
πλαθανίτης
πλάθανον
πλάθω
πλαίσιον
πλαισιόω
View word page
πλαδάω
to be flaccid
ShortDef
to be flaccid
Debugging
Headword:
πλαδάω
Headword (normalized):
πλαδάω
Headword (normalized/stripped):
πλαδαω
IDX:
70274
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70275
Key:
Data
{'content': 'to be flaccid'}