Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλαγιοβάτης
πλαγιόκαρπος
πλαγιόκαυλος
πλαγιόμματος
πλάγιον
πλάγιος
πλαγιόσκελος
πλαγιότης
πλαγιοτομία
πλαγιοφορέομαι
πλαγιοφύλαξ
πλαγιοχαίτης
πλαγιόω
Πλάγκος
Πλαγκταί
πλαγκτήρ
πλαγκτός
πλαγκτοσύνη
πλαγκτύς
πλάγος
πλαγυφύλαξ
View word page
πλαγιοφύλαξ
guarding the flanks

ShortDef

guarding the flanks

Debugging

Headword:
πλαγιοφύλαξ
Headword (normalized):
πλαγιοφύλαξ
Headword (normalized/stripped):
πλαγιοφυλαξ
IDX:
70259
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70260
Key:

Data

{'content': 'guarding the flanks'}