Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πλαγιάζω
πλαγιασμός
πλαγιαυλίζω
πλαγίαυλος
πλαγιοβάτης
πλαγιόκαρπος
πλαγιόκαυλος
πλαγιόμματος
πλάγιον
πλάγιος
πλαγιόσκελος
πλαγιότης
πλαγιοτομία
πλαγιοφορέομαι
πλαγιοφύλαξ
πλαγιοχαίτης
πλαγιόω
Πλάγκος
Πλαγκταί
πλαγκτήρ
πλαγκτός
View word page
πλαγιόσκελος
Varus, Blaesus

ShortDef

Varus, Blaesus

Debugging

Headword:
πλαγιόσκελος
Headword (normalized):
πλαγιόσκελος
Headword (normalized/stripped):
πλαγιοσκελος
IDX:
70255
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70256
Key:

Data

{'content': 'Varus, Blaesus'}