Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πίτνημι
Πιττάκειος
πιττακιάρχης
πιττακίζω
πιττάκιον
Πιττακός
πίτταξις
Πιτύας
πιτύδιον
Πιτύεια
πιτύινος
πιτυΐς
πιτυλεύω
πιτυλίζω
πίτυλος
πιτυόεις
πιτυοκάμπη
πιτυοκάμπτης
πιτυοτρόφος
πιτυρίας
πιτυρίζω
View word page
πιτύινος
of or from the pine

ShortDef

of or from the pine

Debugging

Headword:
πιτύινος
Headword (normalized):
πιτύινος
Headword (normalized/stripped):
πιτυινος
IDX:
70219
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-70220
Key:

Data

{'content': 'of or from the pine'}